Το “ρ” και η Ρίτα
– Κυρία έχετε λίγο χρόνο;
Ο Α. χτύπησε την πόρτα –έτσι, για τους τύπους- ακούμπησε το τετράδιο του στο γραφείο και με κοίταξε με ύφος τόσο σοβαρό, που κατάλαβα πως ό,τι τον απασχολούσε, ήταν λιγότερο σοβαρό απ’ όσο νόμιζε.
– Έχω.
– Εσείς δεν είστε που κανονίζετε το πρόγραμμα;
– Ναι.
– Ωραία.
– Τι συμβαίνει;
– Ξέρετε, εκείνο το «ρ» δεν το έχω πει ακόμη.
– Εντάξει, θα το πεις. Απ’ ό,τι μου λέει η κα Έφη, πας πολύ καλά. Λίγη προσπάθεια ακόμη και τελειώνουμε.
– Μπα, δε νομίζω. Το σκέφτηκα καλά και αποφάσισα να μην το πω ποτέ.
– Ποτέ; Μεγάλη κουβέντα.
– Κι όμως, τελικά δε με νοιάζει. Ας μη το πω ποτέ. Στο σχολείο δεν το λένε άλλα δύο παιδιά.
– Καλά, τι σ’ έπιασε τώρα; Κουράστηκες μήπως;
– Όχι, καθόλου, αλλά να…
– Το συζήτησες με τη μαμά;
– Όχι.
– Και γιατί το λες σ’ εμένα;
– Επειδή εσείς κανονίζετε το πρόγραμμα. Να με βγάλετε.
– Δε θες να ξανάρθεις;
– Βέβαια θέλω. Αλλά όχι για το «ρ».
– Ε τότε γιατί;
– Για το «σ». Να κάνω άσκηση για το «σ».
– Μα αφού το «σ» το λες μια χαρά.
– Ναι, αλλά δεν είναι μέσα στη λέξη «Ρίτα».
– Ε και;
– Ε αν, η Ρίτα από το σχολείο θέλει ένα άλλο αγόρι. Ε κι εγώ δε θα ξαναπώ τ’ όνομά της, άρα τέρμα με το «ρ».
– Μάλιστα, τώρα κατάλαβα. Ε, υπάρχουν όμως κι άλλα κορίτσια με το «ρ» στο όνομά τους.
– Ναι, αλλά εγώ αγαπώ τη Ρίτα.
«Και εγώ, σε λίγο, θ’ αυτοκτονήσω», σκέφτηκα. Αλλά δεν το είπα φυσικά.
(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…)
Όλγα Παπαδοπούλου