Οικονομικοί και Ψυχολογικοί Φόβοι και Φοβίες
Ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίζεται κάποιος τα συναισθήματά του, έχει άμεση σχέση με το πώς χειρίζεται τη θέση του στην κοινωνία και κατ’ επέκταση την οικονομική του θέση. Και κάποιες φορές αντίστροφα…
Ένα παιδί που μένει στη Δυτική Αττική, και κάνει αδικαιολόγητες απουσίες στο σχολείο, είναι ένας κακός μαθητής, που σε τελική ανάλυση θα πάθει «ό,τι του άξιζε» πιθανόν θα μείνει στην ίδια τάξη. Ένα παιδί που μένει στο Κολωνάκι, πάσχει από «σχολειοφοβία» και πρέπει να το πας στον ψυχολόγο για να αντιμετωπίσει την φοβία του. Το ίδιο πράγμα η εργατική τάξη το αντιμετωπίζει τελείως διαφορετικά από τη μεσαία τάξη κι επί της ουσίας αυτό στην κατονομαζόμενη περιοχή των Αθηνών, χωρίς αυτό να είναι απόλυτο. Η ιατρικοποίηση του συναισθήματος οδηγεί τη μια κοινότητα σε αντίστοιχη οικονομική και κοινωνική συμπεριφορά, ενώ για την άλλη παραμένει απλά μια αδικαιολόγητη πράξη με ή χωρίς συνέπειες, μέσα κι έξω από την οικογένεια.
Τα πράγματα είναι απλά. Έτσι κάθε οικονομική και κοινωνική τάξη αντιμετωπίζει, κατονομάζει και διαχειρίζεται το πορτοφόλι, τον φόβο και τις συνέπειες, ανάλογα με τον τίτλο και την κοινωνική ιεραρχία. Ενώ ο φόβος είναι ένα δημοκρατικό συναίσθημα- αγγίζει τους πάντες- η αντιμετώπισή του διαμορφώνει κοινωνικές ομάδες.
Σε καμιά περίπτωση, δεν εννοώ ότι ο φόβος της μεσαίας τάξης είναι διαφορετικός από εκείνον της εργατικής τάξης. Διαφορετικές είναι οι εκφράσεις και η αντιμετώπιση.
Οι οικονομικοί φόβοι των μεσαίων στρωμάτων στην Ελλάδα του σήμερα σε σχέση με τα παιδιά της είναι διαφορετικοί σε έκφραση από τους αντίστοιχους των ανέργων. Στην πρώτη περίπτωση, υπάρχει κατάθλιψη, ενοχή, υπερπροσπάθεια, ενώ στη δεύτερη η ανάγκη του βιοπορισμού υπερκαλύπτει τα συγκεκριμένα συναισθήματα κι επικεντρώνεται στο εδώ και τώρα με απόλυτο τρόπο. Οι προτεραιότητες είναι ατομικές, αλλά εξαρτώνται από την οικονομική και κοινωνική θέση του καθένα. Στην οικονομική κρίση, ένας μεσαία εύπορος γονιός που στέλνει το παιδί του σε ιδιωτικό σχολείο, θα προσπαθήσει να το κρατήσει εκεί όσο περισσότερο μπορεί, για να μη δεχτεί ούτε την προσωπική αποτυχία του, ούτε την αλλαγή του status του.
Κι όλα αυτά μπορεί να τα ντύσει με ένα σωρό θεωρίες σχετικές και άσχετες με την καριέρα, την εκπαίδευση.
Το μέτρο των άπορων γονιών από την άλλη, μπορεί να προβληματίσει σοβαρά και να συνεχίζουν το παιδί τους στο Δημόσιο σχολείο, αλλά να το σταματήσουν από τα Αγγλικά, το μπαλέτο, ή τον αθλητισμό.
Το άγχος και των δυο οικογενειών είναι εξίσου πραγματικό. Αλλά η αντιμετώπιση διαφέρει και οι λόγοι είναι πολυπαραγοντικοί και σύνθετοι και οδηγούν σε ένα ψυχολογικό τραύμα, δύσκολο να ιαθεί. Δεν υπάρχει οικογένεια που να μην προσδοκά για τα παιδιά της ένα καλύτερο μέλλον, κι όμως οι αξίες, το οικονομικό status, τα άλλοθι, οι κοινωνικές συνθήκες διαφέρουν και προσδιορίζουν την συνέχεια.
Εκείνοι που αντιμετωπίζουν πιο ρεαλιστικά την κατάσταση σε εποχές κρίσεων από ψυχολογικής σκοπιάς είναι οι κατώτερες τάξεις.
Όταν τα έσοδα για παράδειγμα είναι 800-1.000 ευρώ το μήνα, είναι στο σκεπτικό πως ο πολιτισμός κι η παιδεία θα υποστούν ένα βαρύ πλήγμα. Θα προσπαθήσουν να εξασφαλίσουν τον τομέα της υγείας και τον βιοπορισμό. Τόσο απλά και τόσο δύσκολα. Οι πιο εύπορες τάξεις, θα αναγκαστούν σε περικοπές στην αρχή άναρχα και μετά πάλι άναρχα. Θα δείτε κατηγορίες ανθρώπων οικονομικά εύρωστων να αγοράζουν πολύ προσεκτικά στο σούπερ μάρκετ και το βράδυ να βρίσκονται οι ίδιοι , σε μια πολύ ακριβή ταβέρνα. Ο φόβος στην πρώτη περίπτωση είναι ενεργός, στη δεύτερη απορυθμίζει την καθημερινότητα, αποδιοργανώνει και οδηγεί σε πράξεις φαινομενικά παράλογες. Το βλέπω παντού.
Οικονομικά εύρωστες οικογένειες, μειώνουν τις λογοθεραπείες ή τις εργοθεραπείες των παιδιών τους, αγνοώντας ότι αργότερα το πρόβλημα θα τους αναγκάσει να πληρώσουν στο πολλαπλάσιο ή πιθανόν η δυσκολία να μην είναι αναστρέψιμη.
Ο οικονομικός φόβος και η ανασφάλεια ρημάζουν το παρόν των παιδιών τους και ο ίδιος φόβος και η ίδια ανασφάλεια τους κάνει να κλείνουν για το καλοκαίρι ακριβές διακοπές σε ένα εξωτικό νησί. Γιατί; Ίσως είναι η τελευταία φορά που θα καταφέρουν να πάνε.
Από την άλλη, βλέπω γονείς που ημιαπασχολούνται να ενεργούν περισσότερο τη λογική τους, να συνεχίζουν το πρόγραμμα αποκατάστασης της δυσκολίας του παιδιού τους ή ακόμη και να το αυξάνουν. Το πώς επηρεάζονται τα συναισθήματα αποτελεί μια τεράστια ανάλυση που δεν θα την κάνω εδώ. Το πρόβλημα είναι ότι οι πολίτες φοβούνται κι άλλη μείωση των εισοδημάτων τους, ότι δεν θα ανταπεξέρχονται στις υποχρεώσεις τους, ότι δεν μπορούν να πληρώσουν τους φόρους τους, ότι θα χάσουν τις αποταμιεύσεις, τα σπίτια τους, ότι θα έρθει πολύ γρήγορα ένας ακόμη φόβος, που θα πατήσει στον προηγούμενο κ.ο.κ. Όλο αυτό οδηγεί σε πανικό και υστερία. Επομένως το αληθινό πρόβλημα είναι ο φόβος . Ο φόβος για το μέλλον.
Για μένα μια απάντηση υπάρχει. Για να εξοντώσουμε τους φόβους πρέπει να λειτουργήσουμε απομονώνοντας το συναίσθημα. Να κάνουμε αυτό που πρέπει. Να αναγνωρίζουμε τον εχθρό και να μην τον υποθέτουμε. Να αντιμετωπίζουμε το παρόν, δυναμικά δραστήρια, και να ξεχωρίσουμε τους λογικούς από τους παράλογους φόβους. Η ποιότητα της ζωής μας παίζεται. Ας περιχαρακωθούμε κι ας απαιτήσουμε.
Μας χρωστάνε, δεν χρωστάμε. Επομένως, για σκεφτείτε: Όχι, ποιο είναι το χειρότερο που μπορεί να σας (μας) συμβεί, αλλά ποιο είναι το χειρότερο που μπορεί να «τους» συμβεί; Είναι μια καλή αρχή σκέψης, για μένα.
Όλγα Παπαδοπούλου