Με λένε Κυπριανό
Μιλάω ξένες γλώσσες γιατί οι μεγάλοι επιμένουν να γυρνούν με παιδικά λεξικά. Είμαι δυο χρόνων κι οι γονείς μου διέταξαν πως μεγάλωσα. Στην συνωμοσία συμμετείχε κι η γιαγιά που με κλάματα έβαλε τη σφραγίδα στο βραβείο μου. Έτσι σούμπιτος βρέθηκα μαζί με άλλα μόμολα σ΄ ένα σπίτι για παιδιά.
Σ’ αυτό το σπίτι πηγαίνεις για να κλαις. Εγώ πηγαίνω για να τραβάω μαλλιά
Είναι καλύτερο από το να κλαις ο ίδιος. Κλαίνε οι άλλοι όπως στα έργα στην τηλεόραση.
Στο σχολείο αυτό έχουμε την γιορτή της σκατοπλημμύρας. Όλοι “τα κάνουμε” κι η κ. Τατιάνα μας αλλάζει. Αυτό είναι η ντροπή του Σταθμού μαζί με τις πάνες και το θερμόμετρο.
Εμένα με στείλανε γιατί μεγάλωσα. Αυτό θα πει πως το γιογιό μου δε χωρούσε άλλα κακά. Μπορεί όμως να μην χωρούσε κι άλλα παιδιά στο σπίτι γιατί η μαμά μου πρήστηκε. Αυτό γίνεται όταν θέλεις να γεμίσεις παιδιά το σπίτι. Η μαμά πρήζεται.
Εσύ πας στη κ. Τατιάνα.
Η κ. Τατιάνα είναι γενναία. Έχει πενήντα παιδιά αλλά δεν πρήζεται. Τις προάλλες ήπια το μελάνι του μπαμπά για να μου δώσουν άδεια.
Όταν η μαμά πίνει σιρόπι της δίνουν άδεια.
Ο μπαμπάς παίρνει άδεια από τους αγίους.
Εμένα μου έβαλαν ένα λάστιχο και με έστειλαν πάλι στην πιτσιρικαρία. Εμένα δεν αρέσει το μεγάλωμα. Άμα μεγαλώσεις η μαμά σκέφτεται κι ο μπαμπάς ζωγραφίζει αγίους. Νομίζω ότι σε λίγο θα ζωγραφίσει την κ. Τατιάνα.
Τη μαμά δεν την ζωγραφίζει γιατί πρήστηκε. Πάντως εμένα κανένας άγιος δεν με προφύλαξε απ το μεγάλωμα.
Όταν μεγαλώσω θα γίνω μωρό.
Πάντως στο σπίτι τους βάζω και κάνουν παρέλαση. Τους λέω εν δυο και πάντα ότι αγαπάω την κ. Τατιάνα περισσότερο. Η μαμά αρχίζει με κόκκινα μάγουλα τις φιλοσοφίες κι ο μπαμπάς το ρίχνει στους αγίους. Εγώ πάντως δεν είμαι Άγιος.
Εμένα με λένε Κυπριανό.
Γεώργιος Κοκκίνης
Παιδοψυχίατρος